Το Κονκορδάτο (Concordat) του 1801

στις

© copyright γράφει ο Χείλων

Με τον όρο Κονκορδάτο (Concordat) ορίζεται η διμερής θρησκευτική συνθήκη που συνάπτονταν μεταξύ Παπικού κράτους (Πάπα) και ηγεμόνα ή κυβέρνησης χώρας και η οποία διευθετούσε ζητήματα ή διαφορές μεταξύ της Αγίας Έδρας και της συμβαλλόμενης χώρας.

Το Κονκορδάτο του 1801 ήταν μια συμφωνία μεταξύ της Γαλλίας (εκπροσωπούμενη από τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη) της Γαλλικής εκκλησίας και του Παπισμού, που αφορούσε στην θέση της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στη Γαλλία. Ο εν λόγω ορισμός όμως είναι ανακριβής διότι ενώ αρχικά η συμφωνία ήταν μια επίσημη θρησκευτική διευθέτηση εκ μέρους του Γαλλικού έθνους, στην ουσία αποτελούσε μία συμφωνία μεταξύ Ναπολέοντα και Πάπα, αφού οι στόχοι της μελλοντικής Γαλλικής αυτοκρατορίας και ο Ναπολέων ήταν άρρηκτα συνδεδεμένοι.

Η αναγκαιότητα

Η συμφωνία ήταν αναγκαία επειδή η Γαλλική επανάσταση (Ροβεσπιέρος και Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας) κατήργησε τα δικαιώματα και προνόμια που απολάμβανε η εκκλησία, κατάσχεσε μεγάλο μέρος της ακίνητης περιουσίας της και την πώλησε σε κοσμικούς ιδιοκτήτες, με αποτέλεσμα οι σχέσεις κράτους και εκκλησίας να φθάσουν σε οριακό σημείο. Όταν ανέλαβε την εξουσία ο Ναπολέων, το χάσμα ανάμεσα στην εκκλησία και το κράτος μειώθηκε πολύ και υπήρχε Καθολική αναβίωση σε όλη τη Γαλλία. Αυτό οδήγησε ορισμένους να μειώσουν την συνεισφορά του Κονκορδάτου, αλλά είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι η Γαλλική Επανάσταση είχε υποβαθμίσει την θρησκεία στη Γαλλία και είτε υπήρχε Ναπολέων είτε όχι, κάποιος έπρεπε να αποκαταστήσει τις σχέσεις μεταξύ εκκλησίας και κράτους.

Αλληγορική απεικόνιση του Κονκορδάτου 1801 σε πίνακα του Pierre Joseph Célestin François πηγή https://tinyurl.com/y5aboyfv

Επειδή εξακολουθούσε να υπάρχει διαφωνία μεταξύ ορισμένων κύκλων της εκκλησίας (ειδικά στον Παπικό) και του κράτους, ο Ναπολέων εκτιμούσε ότι μία συμφωνία θα συνέβαλλε στην άμβλυνση των σχέσεων και θα ενίσχυε το δικό του καθεστώς. Μια φιλική Καθολική Εκκλησία θα μπορούσε να επιβάλει πίστη στον αυτοκράτορα και να υποστηρίξει την πολιτική του, αλλά μόνο εφόσον ο Ναπολέων συμβιβαζόταν. Ομοίως, μια διηρημένη εκκλησία θα υπονόμευε την ειρήνη, προκαλώντας μεγάλες εντάσεις μεταξύ της παραδοσιακής ευσέβειας των αγροτικών περιοχών και των αντικληρικών πόλεων, τροφοδοτώντας βασιλικές και αντεπαναστατικές ιδέες. Καθώς ο Καθολικισμός συνδέθηκε με την βασιλεία και την μοναρχία, ο Ναπολέων θέλησε να τον συνδέσει και με την δική του ηγεμονία. Η απόφαση του Ναπολέοντα να καταλήξει σε συμφωνία ήταν απολύτως ρεαλιστική και ευπρόσδεκτη από πολλούς, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι επειδή το έκανε για το δικό του κέρδος, δεν ήταν απαραίτητο ένα Κονκορδάτο.

Η συμφωνία

Η συμφωνία που υπογράφηκε αποτέλεσε το Κονκορδάτο του 1801, το οποίο ανακοινώθηκε επισήμως το Πάσχα του 1802, αφού ξαναγράφτηκε 21 φορές. Ο Ναπολέων το είχε καθυστερήσει, διότι ήθελε πρώτα να εξασφαλίσει την ειρήνη στρατιωτικά, ελπίζοντας ότι ένα ευγνώμων Έθνος δεν θα διαταρασσόταν από τους Ιακωβίνους οι οποίοι αντετίθεντο στη συμφωνία. Ο Πάπας Πίος VII συμφώνησε να αποδεχτεί την κατάσχεση της εκκλησιαστικής περιουσίας και η Γαλλία δεσμεύτηκε να μισθοδοτεί επισκόπους και άλλους εκκλησιαστικούς αξιωματούχους. Στον Πρώτο Ύπατο (Ναπολέων) δόθηκε η εξουσία να ορίζει τους επισκόπους και ο εκκλησιαστικός χάρτης επαναπροσδιορίστηκε με αλλαγές στις ενορίες και επισκοπές. Ο Ναπολέων προσέθεσε επίσης τα «Οργανικά άρθρα» (διάταγμα αποτελούμενο από 77 άρθρα που αφορούσαν στον Καθολικισμό και 44 άρθρα που αφορούσαν στον Προτεσταντισμό) τα οποία ενέκριναν ή όχι τον Παπικό έλεγχο των επισκόπων, ευνοώντας τις κυβερνητικές επιθυμίες, ενώ επετράπη η άσκηση άλλων θρησκειών. Στην πραγματικότητα, ο Παπισμός επιδοκίμαζε τον Ναπολέοντα.

Απεικόνιση της υπογραφής του Κονκορδάτου. Από αριστερά προς τα δεξιά : Cardinal Gonsalvi, Joseph Archbishop of Corinth; Joseph Bonapart,  Crétet, Caselli & Bernier.

Περιεχόμενο – άρθρα

Παρατίθεται το κείμενο της συμφωνίας.

Υπογράφηκε την 26η του μήνα Messidor (Μεσιντόρ=10ος μήνας Γαλλικού Δημοκρατικού Ημερολογίου) του 9ου έτους της Γαλλικής Δημοκρατίας [15 Ιουλίου 1801].

Επικυρώθηκε την 23η του μήνα Fructidor (Φρυκτιντόρ=12ος μήνας) [10 Σεπτεμβρίου 1801]

Εφαρμόστηκε με το νομοθετικό διάταγμα της 18ης του μήνα Germinal (Ζερμινάλ=7ος μήνας) του 10ου έτους της Γαλλικής Δημοκρατίας (8 Απριλίου 1802)

Η Αγιότητά του ο Κυρίαρχος Ποντίφηκας Πίος VII και ο Πρώτος Ύπατος της Γαλλικής Δημοκρατίας (Ναπολέων) όρισαν ως αντίστοιχους πληρεξούσιους τους κάτωθι:

Η Αγιότητά του, Σεβασμιώτατος Αρχιερέας Hercul Consalvi, Καρδινάλιος της Ιεράς Ρωμαϊκής Εκκλησίας, ο διάκονος του Sainte Agathe ad Suburram, Υπουργός του κράτους. Ο Joseph Spina, Αρχιεπίσκοπος Κορινθίας, Προσωπικός Ιεράρχης της Αγιότητάς Του, Βοηθός του Ποντιφικού Θρόνου και ο Πατήρ Caselli, Θεολογικός σύμβουλος της Αγιότητάς Του, πλήρως και νομίμως εξουσιοδοτημένοι.

Ο Πρώτος Ύπατος, ο πολίτης Ιωσήφ Βοναπάρτης, Σύμβουλος του Κράτους, Emmanuel Cretet, Σύμβουλος του Κράτους και Étienne – Alexandre Bernier, Διδάκτωρ Θεολογίας, εφημέριος του Saint – Laud d’ Angers, πλήρως και νομίμως εξουσιοδοτημένοι.

Συνάπτουν την ακόλουθη σύμβαση:

Σύμβαση μεταξύ Γαλλικής Κυβέρνησης και της Αγιότητας του Πάπα Πίου VII.

Η κυβέρνηση της Γαλλικής Δημοκρατίας αναγνωρίζει ότι η Ρωμαιοκαθολική και Αποστολική θρησκεία αποτελεί θρησκεία της μεγάλης πλειοψηφίας των Γάλλων πολιτών.

Η Αγιότητά του αναγνωρίζει ότι η εν λόγω θρησκεία προήλθε και παραμένει το μεγαλύτερο και φωτεινότερο αγαθό από την καθιέρωση της Καθολικής λατρείας στη Γαλλία λόγω και της ενάσκησης των καθηκόντων από τους φορείς της Δημοκρατίας.

Συνεπώς, μετά από αυτήν την αμοιβαία αναγνώριση, τόσο προς όφελος της θρησκείας όσο και της διατήρησης της εσωτερικής ειρήνης, συμφώνησαν τα εξής:

Άρθρο 1

Η Ρωμαιοκαθολική και Αποστολική θρησκεία θα ασκείται ελεύθερα στη Γαλλία. Η λατρεία της θα είναι δημόσια και σύμφωνα με τους κανονισμούς της αστυνομίας τους οποίους έχει καθορίσει η κυβέρνηση προς όφελος της δημόσιας ειρήνης.

Άρθρο 2

Η Αγία Έδρα, σε συνεργασία με την κυβέρνηση, θα προβεί σε νέα οριοθέτηση των Γαλλικών μητροπόλεων.

Άρθρο 3

Η Αγιότητά του θα διακηρύξει στους κατεστημένους της Γαλλικής επισκοπής ότι προς όφελος της ειρήνης και της ενότητας, αναμένει από αυτούς κάθε θυσία, ακόμη και εις βάρος των συμφερόντων τους.

Εάν μετά από αυτή την προτροπή, αρνηθούν αυτήν την θυσία που απαιτείται για την ευημερία της Εκκλησίας (άρνηση όμως την οποία δεν αναμένει η Αγιότητά Του) ανατίθεται στην κυβέρνηση ο διορισμός νέων επισκόπων των μητροπόλεων ως ακολούθως:

Άρθρο 4

Μέσα σε τρεις μήνες από τη δημοσίευση του Παπικού διατάγματος από την Αγιότητά του, ο Πρώτος Ύπατος της Δημοκρατίας (ενν. Ναπολέων) θα πραγματοποιήσει συναντήσεις για τις νέες αρχιεπισκοπές και επισκοπές. Η Αγιότητα Του θα συνεισφέρει στον θεσμό, ακολουθώντας τους όρους που έχουν διαμορφωθεί σε σχέση με την Γαλλία πριν από τις αλλαγές στην κυβέρνηση.

Άρθρο 5

Οι υποψηφιότητες για τις επισκοπές που θα χηρεύουν στο μέλλον, θα πρέπει επίσης να γίνουν από τον Πρώτο Ύπατο και η ανάληψη καθηκόντων θα δοθεί από την Αγία έδρα, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο.

Άρθρο 6

Πριν αναλάβουν τα καθήκοντά τους, οι επίσκοποι θα λάβουν άμεσα από τα χέρια του Πρώτου Υπάτου, τον όρκο της πίστης που χρησιμοποιήθηκε πριν την αλλαγή της κυβέρνησης, που εκφράζεται με τους εξής όρους:

Ορκίζομαι και υπόσχομαι ενώπιον του Θεού, στις Αγίες Γραφές, να τηρήσω υπακοή και πίστη στην κυβέρνηση που ιδρύθηκε από το Σύνταγμα της Γαλλικής Δημοκρατίας. Υπόσχομαι επίσης να μην έχω καμία σχέση, να μην παρευρεθώ σε κανένα συμβούλιο, να μην συνδιαλλαγώ με οιαδήποτε ομάδα, είτε εντός είτε εκτός, η οποία θα ήταν αντίθετη στην δημόσια ειρήνη και αν στην μητρόπολη ή αλλού, πληροφορηθώ ότι κάτι σχεδιάζεται εις βάρος του κράτους, να το γνωστοποιήσω στην κυβέρνηση.

Άρθρο 7

Κληρικοί του δεύτερου βαθμού θα δίδουν τον ίδιο όρκο στις πολιτικές αρχές που ορίσθηκαν από την κυβέρνηση.

Άρθρο 8

Η παρακάτω επίκληση (προσευχή) θα αναφέρεται στο τέλος της θείας λειτουργίας σε όλες τις Καθολικές Εκκλησίες στην Γαλλία:

Domine, fac salvam Rempublicam? [Ο Θεός ας σώζει την Δημοκρατία].

Domine, salvos fac Consules. [Ο Θεός ας σώζει τους Υπάτους.]

Άρθρο 9

Οι επίσκοποι θα ορίσουν νέο οργανόγραμμα των ενοριών της επισκοπής τους, το οποίο θα είναι έγκυρο μόνο μετά την συγκατάθεση της κυβέρνησης.

Άρθρο 10

Οι επίσκοποι θα υποβάλλουν υποψηφιότητες για την ενορία. Οι επιλογές τους θα περιορίζονται στα πρόσωπα που αποδέχεται η κυβέρνηση.

Άρθρο 11

Οι επίσκοποι επιτρέπεται να έχουν Καθολικό Κανόνα και Καθολική σχολή στην Επισκοπή τους, χωρίς την συνδρομή της κυβέρνησης.

Άρθρο 12

Όλοι οι μητροπολιτικοί, καθεδρικοί ναοί, ενορίες και άλλες μη απαλλοτριωμένες εκκλησίες που απαιτούνται για την λατρεία τίθενται στη διάθεση των επισκόπων.

Άρθρο 13

Η Αγιότητά του, προς όφελος της ειρήνης και ομαλής αποκατάστασης της Καθολικής θρησκείας, δηλώνει ότι ούτε αυτός ούτε οι διάδοχοί του δεν θα διαταράξουν με κανέναν τρόπο όσους έχουν αποκτήσει αλλοτριωμένες εκκλησιαστικές κατοχές και ότι ως εκ τούτου η κυριότητα αυτών των ιδιοκτησιών, τα δικαιώματα και τα έσοδα που τους αποδίδονται θα παραμείνουν εξ’ ολοκλήρου στην κατοχή τους ή στα δικαιώματα των νόμιμων διαδόχων τους.

Άρθρο 14

Η κυβέρνηση θα εξασφαλίσει την συντήρηση για τις επισκοπές και ενορίες του νέου οργανογράμματος.

Άρθρο 15

Η κυβέρνηση θα λάβει επίσης μέτρα ώστε οι Καθολικοί Γάλλοι, εφόσον το επιθυμούν, να ενεργούν υπέρ των εκκλησιών και των ιδρυμάτων.

Άρθρο 16

Η Αυτού Αγιότης αναγνωρίζει ότι ο πρώτος Ύπατος της Γαλλικής Δημοκρατίας, έχει τα ίδια δικαιώματα και προνόμια που απολάμβαναν οι προηγούμενες κυβερνήσεις.

Άρθρο 17

Συμφωνείται μεταξύ των συμβαλλομένων μερών ότι σε περίπτωση που ένας από τους διαδόχους του σημερινού Πρώτου Υπάτου δεν είναι Καθολικός, τα δικαιώματα και προνόμια που αναφέρονται στα παραπάνω άρθρα και ο ορισμός σε επισκοπές θα ρυθμίζονται σε σχέση με αυτόν μέσω νέας σύμβασης.

Τα έγγραφα επικύρωσης θα κοινοποιηθούν στο Παρίσι εντός σαράντα ημερών.

Οι υπογράφοντες

Hercule Cardinal Consalvi, Josef Bonaparte, Josef Spina Αρχιεπίσκοπος Κορινθίας, Emmanuel Cretet, F. Ch. Caselli, Étienne – Alexandre Bernier

Πίνακας του François Pascal Simon Gérard που απεικονίζει τον Ναπολέοντα να υπογράφει τα οργανικά άρθρα του Κονκορδάτου_Château de Versailles_πηγή https://tinyurl.com/y5j9jvsz

Επίλογος

Η ειρήνη μεταξύ Ναπολέοντα και Πάπα έσπασε το 1806 όταν ο Ναπολέων υιοθέτησε μια νέα «αυτοκρατορική κατήχηση». H εν λόγω κατήχηση αποτελείτο από ομάδες ερωτήσεων και απαντήσεων που σχεδιάστηκαν για να εκπαιδεύουν τους ανθρώπους σχετικά με την Καθολική θρησκεία, αλλά η «έκδοση» του Ναπολέοντα εκπαίδευε και κατηχούσε τους ανθρώπους στις ιδέες της αυτοκρατορίας του. Η σχέση του Ναπολέοντα με την εκκλησία διερράγη, όταν καθιέρωσε για τον εαυτό του ως ημέρα αγίου την 16η Αυγούστου. Ο Πάπας αφόρισε τον Ναπολέοντα, ο οποίος απάντησε συλλαμβάνοντας τον Πάπα. Ωστόσο, το Κονκορδάτο παρέμεινε άθικτο και παρόλο που δεν ήταν τέλειο, αφού ορισμένα εδάφια καταδείκνυαν ότι ο Ναπολέων προσπάθησε να αφαιρέσει δύναμη από την εκκλησία το 1813 όταν επιβλήθηκε στον Πάπα το Κονκορδάτο του Φονταινεμπλώ, το οποίο σύντομα απορρίφθηκε. Ο Ναπολέων προσέφερε μια μορφή θρησκευτικής ειρήνης στη Γαλλία, κάτι το οποίο οι επαναστάτες ηγέτες δεν είχαν κατορθώσει.

Ο Ναπολέων μπορεί να απώλεσε την εξουσία το 1814 – 15, αλλά το Κονκορδάτο παρέμεινε μέχρι το 1905, όταν η νέα Γαλλική δημοκρατία το ακύρωσε με τον «Διαχωριστικό νόμο» που διαχώριζε την Εκκλησία από το κράτος.

 

Βιβλιογραφία – πηγές

Nigel Aston «Religion and revolution in France, 1780-1804″ _ Catholic University of America _ 2000

https://courses.lumenlearning.com/suny-hccc-worldhistory2/chapter/the-concordat-of-1801/