Αφιέρωμα στον Κορνήλιο Καστοριάδη από την Εφημερίδα των Συντακτών (ένθετο «Νησίδες»)

http://wp.me/pPn6Y-fJM

ένθετο «ΝΗΣΙΔΕΣ»-Η Εφημερίδα των Συντακτών 17-02-2013

Κορνήλιος Καστοριάδης Το θάρρος της ελεύθερης αναζήτησης

 Επιστρέφουμε σε έναν σημαντικό στοχαστή επειδή βρίσκουμε στο έργο του πολύτιμα στοιχεία και ιδέες, που μας βοηθούν να κατανοήσουμε όψεις της σύγχρονης πραγματικότητας και να προσανατολιστούμε στις αντιφάσεις και τις συγκρούσεις του παρόντος.

Toυ Θανάση Γιαλκέτση

Εχουν περάσει 16 χρόνια από τον θάνατο του Κορνήλιου Καστοριάδη, αλλά η κριτική διαύγεια της σκέψης του δεν έχασε τη δύναμή της στο πέρασμα του χρόνου. Οποιος διαβάζει σήμερα τα βιβλία του υποχρεώνεται να αναγνωρίσει ότι υπήρξε ένα από τα πιο θαρραλέα, τα πιο δημιουργικά, τα πιο ελεύθερα και ανεξάρτητα πνεύματα του καιρού του. Στις σελίδες τους βρίσκουμε απορίες, ερωτήματα και απαντήσεις για πολλά από τα προβλήματα που μας απασχολούν ζωηρά και σήμερα, όπως είναι για παράδειγμα η κρίση της πολιτικής αντιπροσώπευσης, το ζήτημα της εξουσίας και της ελευθερίας, η κατάσταση της φιλοσοφίας και των επιστημών, η επικράτηση του γενικευμένου κομφορμισμού, η άνοδος της ασημαντότητας κ.ά.

Σε ένα «Λεξικό των Γάλλων διανοουμένων» (Dictionnaire des intellectuels français, Seuil, 1996) διαβάζουμε για τον Κορνήλιο Καστοριάδη: «Στοχαστής πληθωρικά παραγωγικός, ο Κορνήλιος Καστοριάδης δεν έπαψε να διατηρεί ακέραιη μιαν επαναστατική βούληση, ακόμα και όταν γινόταν ο πιο αυστηρός επικριτής των ολοκληρωτικών παρεκκλίσεων. Οποιο και αν είναι το πεδίο στο οποίο ασκεί τη διαυγή του κρίση, προσπαθεί να απελευθερώσει τις δυνατότητες του θεσμίζοντος και της φαντασίας από τα βάρη ή από τις λογικές της εξουσίας και του εμπορεύματος στις οποίες είναι προσκολλημένες.

 

 

Γεννημένος στην Κωνσταντινούπολη το 1922, σπούδασε δίκαιο, οικονομία και φιλοσοφία στην Αθήνα. Στη διάρκεια του πολέμου στρατεύτηκε στην Αντίσταση και, καθώς ήταν τροτσκιστής, αντιτάχθηκε στη θέληση των σταλινικών κομμουνιστών για ηγεμονία. Μετά την Απελευθέρωση, θα μεταναστεύσει στη Γαλλία. Εκεί θα συνδεθεί με το τροτσκιστικό κίνημα, όπου θα συναντήσει τον Κλοντ Λεφόρ, με τον οποίο θα δημιουργήσουν μια τάση που θα έρθει σε ρήξη με τον τροτσκισμό και θα συγκροτήσει την οργάνωση “Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα”, το 1948. Ο Καστοριάδης είναι από τότε ένας από τους κύριους εμπνευστές αυτής της ομάδας, με το ψευδώνυμο Πιερ Σολιέ, καθώς αρχίζει να εργάζεται ως οικονομολόγος στον ΟΟΣΑ, όπου θα παραμείνει μέχρι το 1970. Στην ομάδα “Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα” προτείνει μιαν ανάλυση της Σοβιετικής Ενωσης ως μορφής κρατικού καπιταλισμού, που έχει έρθει βέβαια σε ρήξη με την ατομική ιδιοκτησία, αλλά όχι με τις επικρατούσες μορφές εξουσίας και κυριαρχίας, τις οποίες αντίθετα έχει ενισχύσει. Αναπτύσσοντας μια κριτική του μαρξισμού βασιζόμενη στην ανικανότητά του να αναλύσει το ζήτημα της εξουσίας, προτείνει τον αναπροσανατολισμό της επαναστατικής δράσης προς την υπόθεση μιας άλλης δόμησης της εξουσίας.

 

 

Δεν αρνιέται όμως την ιδέα της επαναστατικής οργάνωσης, της οποίας η ομάδα “Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα” θέλει να είναι η προεικόνιση, μέχρι τη διάλυσή της, το 1966. Αυτή η πρωταρχική σημασία που αποδίδεται στο ζήτημα της εξουσίας θα τον οδηγήσει αργότερα να προσεγγίσει τις αναλύσεις της Χάνα Αρεντ, τόσο σε ό,τι αφορά την κριτική της στον ολοκληρωτισμό όσο και την απαιτητική της αντίληψη του ενεργού πολίτη, αντίληψη που σημαδεύεται από την ισχυρή επιρροή του αρχαιοελληνικού μοντέλου και από την εμπειρία των επαναστάσεων της νεότερης εποχής. Ο Καστοριάδης αναφέρεται σε μια ενεργητική πολιτική της θέσμισης ως κινήματος εναντίον της επαναφομοίωσης από την κατεστημένη εξουσία. Διατυπώνει έτσι ένα ιδεώδες αυτονομίας που ισχύει τόσο για τις κοινωνίες όσο και για το άτομο. Σε ό,τι αφορά το άτομο, η αναζήτηση της αυτονομίας θα πάρει τους δρόμους της ψυχανάλυσης, για την οποία ο Καστοριάδης θα εκδηλώσει αυξανόμενο ενδιαφέρον, σε σημείο που θα γίνει ο ίδιος ψυχαναλυτής το 1973, σε αυτό που συγκροτείται τότε με το όνομα “Τέταρτη ομάδα”. Οσο για την αυτόνομη κοινωνία, παίρνει κατ’ αυτόν την όψη της αυτοθεσμιζόμενης κοινωνίας, η οποία του φαίνεται ότι βρίσκεται στους αντίποδες όχι μόνον των ολοκληρωτικών καθεστώτων αλλά και των μορφών ιεραρχίας και ανάθεσης της εξουσίας που λειτουργούν στις καπιταλιστικές κοινωνίες.

 

 

Διευθυντής σπουδών, μετά το 1980, στην École des hautes etudes en sciences sociales, ο Καστοριάδης θα συνεχίσει να αναπτύσσει μια κριτική ανάλυση της κοινωνίας βασιζόμενη σε μιαν επαναστατική και όχι φιλελεύθερη επιλογή, σε αντίθεση με τις πολυάριθμες κριτικές του ολοκληρωτισμού που θα αποκαταστήσουν τον φιλελευθερισμό. Ειδικά η κριτική του στην κυριαρχία θα στραφεί προς την κατεύθυνση μιας κριτικής στην τεχνοεπιστήμη και στον τρόπο με τον οποίο αυτή μεταμφιέζει τις κοινωνικές επιλογές σε αντικειμενικούς καταναγκασμούς. Απέναντι σε αυτό το φαινόμενο, θεωρούσε ότι οι δυνατότητες της αυτονομίας υποκινούνταν καλύτερα με την προσφυγή στο φαντασιακό και αφιέρωσε τις προσπάθειές του στην επεξεργασία μιας θετικής θεωρίας της φαντασίας, επανεξετάζοντας γι’ αυτόν τον σκοπό τη φιλοσοφική παράδοση και ιδιαίτερα το έργο του Αριστοτέλη. Εδωσε μια αυστηρή και αμφισβητούμενη ανάλυση του εκπνέοντος σοβιετικού κομμουνισμού, με τη μορφή μιας κυριαρχίας της στρατιωτικής εξουσίας, της στρατοκρατίας.

 

 

Πολιτικός στοχαστής που προέρχεται από τον μαρξισμό, ο Καστοριάδης είναι ένας από εκείνους που συνέβαλαν καλύτερα σε μιαν ανανέωση της σύγχρονης σκέψης, με μια διανοητική περιέργεια σε συνεχή εγρήγορση, συνοδευόμενη από μια μέριμνα κριτικής επαγρύπνησης που ποτέ δεν αφοπλίστηκε».

 

 

Τιμάμε έναν στοχαστή όταν συζητάμε για το έργο του, όταν αναμετριόμαστε κριτικά με το πνευματικό του κληροδότημα, όταν προσπαθούμε να βρούμε και να αναδείξουμε αυτό που παραμένει ζωντανό και ανανεωτικό από τη σκέψη του. Σε αυτό κατατείνουν τα κείμενα αυτού του μικρού αφιερώματος, που έγραψαν για την «Εφημερίδα των Συντακτών» γνωστοί μελετητές του έργου του Κορνήλιου Καστοριάδη.

 

Πηγή: efsyn.gr

*

*

Σεβαστός από όλους

Ο λόγος του Καστοριάδη, ακόμη και για όσους δεν συμφωνούσαν μαζί του, ήταν και είναι σεβαστός από όλους

………………………….

Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ

Η βαρβαρότητα της πνευματικής παρακμής

Του Ανδρέα Ανδριανόπουλου*

Σε μια χώρα που χάνεται, σε μια Ελλάδα που καταρρέει, αποτελεί πάντα χαραμάδα ελπίδας η αναφορά σε λαμπερές προσωπικότητες που πάσχισαν να ταράξουν το τέλμα και να μας ξυπνήσουν από τον λήθαργο. Σπάνια συμφωνούσα είτε με την κοινωνική ανάλυση του Καστοριάδη είτε με τις αντιλήψεις του για το αύριο μιας δικαιότερης οικονομίας. Πίστευε σε μια κοινωνία δικαιοσύνης που θα προέκυπτε από την ανατροπή των καπιταλιστικών οικονομικών σχέσεων. Είμαι πεπεισμένος γα την ηθική ανωτερότητα της οικονομίας της αγοράς. Ουδέποτε όμως αμφισβήτησα τη δυναμική της διεισδυτικής του σκέψης ούτε βέβαια και τη γνησιότητα η και τον αλτρουισμό των πνευματικών του αναζητήσεων.

 

 

Ο Καστοριάδης δεν χάιδευε αυτιά. Ελεγε τα πράγματα με το όνομά τους και καυτηρίαζε την υποκρισία και τη συμπεριφορά του βολέματος και της εκ του ασφαλούς δήθεν επαναστατικότητας. Δεν θα ξεχάσω την δήλωσή του πως «ο κάθε λαός είναι υπεύθυνος για την ιστορία του, υπεύθυνος και για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται». Ακόμα κι αν ήταν διαφορετικοί από τους δικούς μου, οι δρόμοι που με πάθος υποστήριζε πως έπρεπε να ακολουθηθούν ήταν πάντοτε πορείες κόπων και σκληρής δουλειάς. Γι” αυτό και δεν υπήρξε ποτέ συμπαθής στην ντόπια δογματική Αριστερά της ραστώνης και της οικοδόμησης μιας γιαλαντζί δίκαιης σοσιαλιστικής κοινωνίας.

 

 

Ο μεγαλύτερος εχθρός για τον Καστοριάδη ήταν η βαρβαρότητα. Απεχθανόταν το μίσος και τη βία. «Αιχμάλωτοι πολέμου» που βγαίνουν με δηλώσεις στο Διαδίκτυο και χρησιμοποιούν στα κείμενά τους τσιτάτα αμερικανικών τηλεοπτικών σειρών β΄ διαλογής, θα αποτελούσαν γι’ αυτόν το απόλυτο τίποτα. Πίστευε απόλυτα στην ευθύνη του ατόμου για τις πράξεις και τις συνέπειές τους. Λαοί που αισθάνονταν ανεύθυνοι γι’ αυτά που τους συμβαίνουν αποτελούσαν γι’ αυτόν «νήπια». Δίχως αυτονομία, αυτοσυνείδηση και έλεγχο ενεργειών, συνέβαλαν στην οικοδόμηση κοινωνιών απροσάρμοστων, με μηδενικό ουσιαστικό πρόσημο. Η Ελλάδα ως συνειδητοποιημένη δημοκρατία είχε κλείσει για αυτόν τον κύκλο της πριν από τους ελληνιστικούς χρόνους. Από την εποχή του Αλέξανδρου και δώθε, ο λαός κινείται σε έναν ανεμοστρόβιλο παθών, αυταρχισμού κι αντιφάσεων. Η κριτική του ματιά για την πορεία της ιστορίας και την έλλειψη μεγαλειωδών στιγμών ανακατατάξεων με τη συνειδητή συμμετοχή των πολιτών (δεν υπήρξε λ.χ. στην Ελλάδα Διαφωτισμός, Μεταρρύθμιση και οι Κοινωνικές Επαναστάσεις του 18ου αιώνα) δεν θα ενοχλούσαν κάποιες περισσότερο φιλελεύθερες θεωρήσεις της ελληνικής μετεξέλιξης μέσα στον χρόνο.

 

 

Ο Καστοριάδης δεν υπάρχει πλέον. Εχουμε όμως σήμερα ως λαός και κοινωνία τόσο μεγάλη ανάγκη από φρέσκα πνευματικά σκιρτήματα καινούργιων Καστοριάδηδων… Για να ξεφύγουμε από τη βαρβαρότητα της πανίσχυρης ανοησίας.

 

* Ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος είναι οικονομολόγος, πρώην υπουργός  www.andrianopoulos.gr

…………………………………………………………………………………………………………………………………………

 

Ο ΑΡΙΣΤΕΡΟΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Οταν σου λείπει κάποιος ψάχνεις να τον βρεις

Του Αλέκου Αλαβάνου*

Μερικές φορές ενώ βρίσκεσαι ανάμεσα σε πολύ κόσμο –μια οικογενειακή συγκέντρωση, μια μεγάλη παρέα, μια διαδήλωση– κυριαρχείσαι από μια αίσθηση απουσίας, μοναχικότητας. Κάποιοι λείπουν. Οχι μόνο με την έννοια της φυσικής παρουσίας. Αλλά με αυτά που είναι πέρα από αυτήν: την ικανότητα του απόντα να πυροδοτεί διάλογο, να ανοίγει παράθυρα σε κλειστούς τοίχους, να καρποφορεί ιδέες, να μαγεύει ένα άγονο πνευματικό τοπίο και να το κάνει καταπράσινο και πολύχρωμο.

 

 

Αυτή η απουσία είναι πια ένα κεντρικό χαρακτηριστικό στον χώρο της πολιτικής στην Ελλάδα της κρίσης. Οι τηλεοπτικές οθόνες είναι γεμάτες από καθηγητές πανεπιστημίου, κομματικά στελέχη παντογνώστες, έτοιμους να στηρίξουν επιστημονικά και με σοβαροφάνεια τον πιο ασήμαντο κομματικό ελιγμό.

 

 

Λείπουν πολλοί – αν και υπάρχουν και αξιολογότατες παρουσίες, χωρίς όμως μεγάλο ακροατήριο, εξορισμένες στα αγωνιώδη ατομικά γραπτά τους η σε διαδικτυακές ιστοσελίδες. Ενας από τους μεγάλους απόντες είναι ο Κορνήλιος Καστοριάδης. Γιατί;

 

 

Σε μια κατάσταση που από όλες τις πλευρές γίνεται προσπάθεια η εξέλιξη στην Ελλάδα να περιοριστεί μέσα στις καθορισμένες συντεταγμένες του ευρωπαϊκού πλαισίου, είναι αναγκαίες, όχι μόνο για τον προβληματισμό μας αλλά και για το ηθικό μας, οι εικονοκλαστικές και προωθημένες αντιλήψεις του για την ικανότητα της ανθρώπινης κοινωνίας για «δημιουργία», όχι εξωπραγματική, αλλά χωρίς προκαθορισμούς και όρια, ελεύθερη να διαλύσει τα πλαίσια που τη δεσμεύουν, να οδηγήσει στο εντελώς καινοτομικό.

 

 

Σε μια εποχή που οι επιμέρους αγώνες συνεχώς επιβεβαιώνουν την αναποτελεσματικότητά τους, που η παθητικότητα, η μοιρολατρία και η αποδοχή της ήττας αγκαλιάζουν όλο και περισσοτέρους, μέσα στις σελίδες του Καστοριάδη υπάρχουν όλοι οι σπόροι που περιμένουν τη βροχή για να βλαστήσουν, για την «αυτονομία» των κοινωνιών, για τη συμμετοχή των πολιτών, για την ικανότητα να φτιάξουν αυτές οι ίδιες τους θεσμούς τους, για τη σημασία των αμεσοδημοκρατικών διαδικασιών, που τις συναντήσαμε ευκαιριακά στις πλατείες.

 

 

Σε έναν κομματικό ανταγωνισμό για το ποιος έχει την καλύτερη συνταγή και τον πιο μάγκα διαπραγματευτή για την αύξηση του ΑΕΠ ή την ανταγωνιστικότητα, οι απόψεις του Ελληνογάλλου φιλόσοφου στο πλαίσιο της «φαντασιακής δόμησης» των κοινωνιών -κριτικές και στις καπιταλιστικές και στις τυπικές μαρξιστικές αντιλήψεις, για την πρόοδο ως μονοσήμαντα εξαρτημένη από οικονομικά και τεχνικά μεγέθη- ανοίγουν ένα ευρύτατο πεδίο δράσεων στην κουλτούρα, την παιδεία, τους κώδικες συμπεριφοράς, τις αξίες, χωρίς τα οποία είναι αδύνατο να υπάρξει μια εναλλακτική απελευθερωτική επιλογή.

 

 

Κι ακόμα, όταν σήμερα οι πολίτες χάνουν κάθε βεβαιότητα, διαλύονται ψυχολογικά, αποδεσμεύουν πρωτόγονες κι ανεπεξέργαστες δυνάμεις, αναζητούν εξιλαστήρια θύματα, κυριαρχούνται από τον φθόνο, εγκυμονούν το αυγό του φιδιού, η άποψη του Καστοριάδη ότι μια αυτόνομη πολιτεία μπορεί να στηριχθεί μόνο σε αυτόνομους πολίτες, στην ικανότητά τους να θέτουν ερωτήματα για τον εαυτό τους, να κατανοούν τα κίνητρά τους, να αποκτούν σχέσεις με τους άλλους, όπως και η μόνιμη σύνδεση των πολιτικών του προβληματισμών με την ψυχανάλυση είναι ένας δρόμος που μας υποδεικνύει επειγόντως στις σημερινές συνθήκες έκτακτης ανάγκης που βρισκόμαστε.

 

Οταν σου λείπει όμως κάποιος, ψάχνεις να τον βρεις.

 

*Ο Αλέκος Αλαβάνος είναι επικεφαλής του Μετώπου Αλλαγής

17/02/2013

Πηγή: efsyn.gr

*

*

Αυτονομία και δημοκρατία

Το έργο του Κορνήλιου Καστοριάδη διέπεται από την έννοια της αυτονομίας, η οποία σημαίνει την αυτοκυβέρνηση των ανθρώπων. Αυτονομία (αυτός και νόμος) σημαίνει πως εγώ ο ίδιος θέτω τον νόμο στον εαυτό μου. Κατ’ επέκταση, αυτόνομη κοινωνία είναι αυτή που αυτοκυβερνάται, που έχει θέσει τον εαυτό της ως την αποκλειστική πηγή του νόμου και των αποφάσεων. Αυτό προϋποθέτει πως η ίδια η κοινωνία με τη θέλησή της και τον αγώνα της αποφασίζει να αμφισβητήσει την υπάρχουσα θέσμιση και να εγκαθιδρύσει άλλους θεσμούς που επιτρέπουν τη συμμετοχή όλων στη διακυβέρνηση.

Toυ Γιώργου Ν. Οικονόμου*

Η αυτόνομη κοινωνία, εν αντιθέσει προς την ετερόνομη, δεν υποδουλώνεται στους θεσμούς της, δεν τους θεωρεί άπαξ διά παντός θεσμισμένους, ιερούς και απαραβίαστους. Αυτό συμβαίνει διότι δέχεται ρητώς πως οι θεσμοί είναι δημιουργίες των ανθρώπων και όχι του θεού, της φύσεως ή κάποιων «νόμων της ιστορίας». Ως εκ τούτου, μια τέτοια κοινωνία δημιουργεί μια κριτική σχέση απέναντι στους θεσμούς και δύναται να τους αμφισβητεί και να τους αλλάζει. Θέτει ερωτήματα και κυρίως το ουσιώδες ερώτημα: γιατί αυτός ο νόμος και όχι κάποιος άλλος; Ετσι ξεκινά η αμφισβήτηση, ο πολιτικός και κοινωνικός αγώνας που σηματοδοτούν την ανάδυση του προτάγματος της αυτονομίας, δηλαδή της επιθυμίας και ταυτοχρόνως της δράσης για ελευθερία και ισότητα, για συμμετοχή στις αποφάσεις και στη θέσπιση των νόμων. Η αυτόνομη κοινωνία δεν αυτοορίζεται στατικώς και απολύτως, δεν θεωρεί πως απέκτησε δίκαιους νόμους άπαξ διά παντός, αλλά είναι μια κοινωνία στην οποία τα ζητήματα της δικαιοσύνης και του νόμου παραμένουν με δική της ευθύνη πάντοτε ανοικτά.

 

 

Η αυτονομία κατά τον Καστοριάδη έχει δύο πλευρές, την ατομική και την κοινωνική, οι οποίες είναι αλληλένδετες: τα αυτόνομα άτομα είναι αδιανόητα χωρίς αυτόνομη κοινωνία και αντιστρόφως. Επειδή το άτομο αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης κοινότητας, ζει εντός αυτής και εξαρτάται από αυτή, ευλόγως τίθεται το ερώτημα: τι σημαίνει ατομική αυτονομία; Ενας βασικός όρος είναι η δυνατότητα συμμετοχής του ατόμου στη διαμόρφωση του νόμου και στη λήψη των αποφάσεων. Αυτόνομο άτομο, από πολιτική άποψη, είναι εκείνο το οποίο αναγνωρίζει στους νόμους της κοινότητας τους δικούς του νόμους, πράγμα το οποίο επιτυγχάνεται όταν το άτομο συμμετέχει στη συζήτηση και θέσπιση των νόμων, ανεξαρτήτως αν η γνώμη του πλειοψήφησε ή όχι.

 

 

Κατά τον Καστοριάδη, όλες σχεδόν οι κοινωνίες είναι ετερόνομες και μόνο δύο φορές στην ιστορία έγινε η ρήξη με τη θεσμισμένη ετερονομία. Για πρώτη φορά έγινε στις πόλεις της αρχαίας Ελλάδας με την ανάδυση του προτάγματος της αυτονομίας. Η κοινωνική-πολιτική δράση και η ενεργός συμμετοχή των μεσαίων και κατώτερων στρωμάτων οδήγησαν στη δημιουργία της άμεσης δημοκρατίας. Ετσι, αναπόφευκτα η συζήτηση για την αυτόνομη κοινωνία οδηγεί στη συζήτηση περί άμεσης δημοκρατίας, την οποία ο Καστοριάδης θεωρεί βάση της αυτονομίας.

 

 

Βασικό χαρακτηριστικό της άμεσης δημοκρατίας είναι η απουσία της αντιπροσώπευσης και των κομμάτων. Δημοκρατία σημαίνει το «κράτος» του δήμου, την κυριαρχία των πολιτών. Ο δήμος ασκεί άμεσα την εξουσία υπό όλες τις μορφές της, κυβερνητική, δικαστική, νομοθετική, εκτελεστική. Συμμετέχει ρητά και συνειδητά στη συνολική θέσμιση της κοινωνίας, μην αναγνωρίζοντας άλλη πηγή του νόμου παρά μόνο τον εαυτό του, όπως δηλώνεται στην περίφημη ρήτρα με την οποία άρχιζαν οι νόμοι και τα ψηφίσματα της εκκλησίας του δήμου: έδοξε τη βουλή και τω δήμω. Ολοι οι πολίτες συμμετέχουν στη διαμόρφωση και στη λήψη των αποφάσεων, στη διαμόρφωση και την ψήφιση των νόμων (εκκλησία του δήμου). Συμμετέχουν στη δικαστική εξουσία ως δικαστές διά κληρώσεως, στην εκτελεστική ως βουλευτές (Βουλή των πεντακοσίων) και στα άλλα κατώτερα και μεσαία αξιώματα διά κληρώσεως. Εκλέγουν όμως τους άρχοντες στα αξιώματα για τα οποία χρειάζονται ειδικές γνώσεις και ικανότητες, όπως στρατηγοί και ταμίες. Ετσι, η κλήρωση είναι η ειδοποιός διαφορά της δημοκρατίας, ενώ οι εκλογές είναι χαρακτηριστικό του ολιγαρχικού και του αριστοκρατικού πολιτεύματος, πράγμα που επισημαίνει και ο Αριστοτέλης.

 

 

Επίσης όλοι οι ασκούντες εξουσία, αιρετοί και κληρωτοί, υπόκεινται σε ουσιαστικό έλεγχο, δίνουν λόγο και απολογισμό ενώπιον του δήμου (λόγον διδόναι, ευθύναι), είναι ανά πάσα στιγμή ανακλητοί και η θητεία τους είναι ετήσια. Αλλο χαρακτηριστικό της άμεσης δημοκρατίας που επισημαίνει ο Καστοριάδης είναι η αντίθεση του δήμου προς τους «ειδήμονες», τους δήθεν ειδικούς της πολιτικής. Η κυρίαρχη σήμερα αντίληψη ότι υπάρχουν «ειδικοί επιστήμονες» επαγγελματίες των πολιτικών πραγμάτων δεν έχει καμιά σχέση με τη δημοκρατία, «χλευάζει την ίδια την ιδέα της δημοκρατίας». Ενα άλλο χαρακτηριστικό είναι η αντίθεση της κοινότητας προς το «κράτος». Η ύπαρξη μιας γραφειοκρατίας, ενός μηχανισμού διακεκριμένου και χωρισμένου από το σώμα των πολιτών, ήταν αδιανόητη για τη δημοκρατία. Στην αθηναϊκή δημοκρατία η «διοικητική γραφειοκρατία» που ασκούσε τα εκτελεστικά καθήκοντα (με την κυριολεκτική έννοια του όρου) αποτελούνταν από δούλους, τους οποίους επέβλεπαν πολίτες ορισμένοι διά κληρώσεως.

 

 

Εν ολίγοις, τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της (άμεσης) δημοκρατίας είναι η κυριαρχία των πολιτών και όχι των πολιτικών ή των κομμάτων, η αυτοδιεύθυνση, η πρωτοβουλία, το πάθος για τα κοινά, η ευθύνη, η δημιουργικότητα, τα οποία αναπτύσσονται στον βαθμό που οι πολίτες συμμετέχουν ουσιαστικώς στις υποθέσεις της κοινότητας, ασκούν άμεσα την εξουσία και τον έλεγχό της, ασκούν πολιτική με την αληθή σημασία του όρου. Είναι υποκείμενα της πολιτικής και όχι αντικείμενά της.

 

 

Το πρόταγμα της αυτονομίας αναδύθηκε για δεύτερη φορά στη Δύση στο τέλος του Μεσαίωνα, με την Αναγέννηση, τον Διαφωτισμό και τις επαναστάσεις του 17ου-18ου αιώνα, που οδήγησαν σε καινούργιες θεσμίσεις, σε ανθρώπινα δικαιώματα, ατομικές ελευθερίες και στα αντιπροσωπευτικά πολιτεύματα. Αυτά όμως δεν είναι δημοκρατικά, αν και αποκαλούνται «δημοκρατίες» ή «αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες». Στην ουσία είναι ολιγαρχίες, φιλελεύθερες ολιγαρχίες, διότι οι ολίγοι λαμβάνουν τις αποφάσεις, θεσπίζουν τους νόμους, ασκούν τη δικαστική και κυβερνητική εξουσία προς όφελος των ολίγων ισχυρών. Οι πολλοί δεν συμμετέχουν στη θέσπιση των νόμων, στη λήψη των αποφάσεων ούτε σε καμία άλλη εξουσία. Ο δήμος δηλαδή είναι απών. Ομως δημοκρατία χωρίς δήμο είναι αδύνατη. Γι” αυτό ο Καστοριάδης αντιπαραθέτει στα σημερινά ολιγαρχικά πολιτεύματα την άμεση δημοκρατία – την αυτοκυβέρνηση των πολιτών χωρίς αντιπροσώπους και κόμματα.

 

*Ο Γιώργος Ν. Οικονόμου είναι δρ Φιλοσοφίας

Πηγή: efsyn.gr

*

*

Ο Καστοριάδης και η θεωρία της δημοκρατίας

Για την επικαιρότητα ενός «ανεπίκαιρου» στοχαστή

Στη χώρα μας, αλλά και αλλού, ο Κορνήλιος Καστοριάδης ευτύχησε να συναντήσει ένα ευρύ αναγνωστικό κοινό, που συνεχίζει να συζητά με ενδιαφέρον τα κείμενά του. Αυτό οφείλεται, δίχως άλλο, στο έντονο πολιτικό πάθος του, που τροφοδοτεί μια ριζοσπαστική κριτική των σύγχρονων πολιτικών και κοινωνικών δομών στο όνομα μιας αληθινής, άμεσης δημοκρατίας.

 

Του Κωνσταντίνου Καβουλάκου* 

Ο Καστοριάδης απέφυγε βέβαια να αναγάγει την κοιτίδα των αμεσοδημοκρατικών πρακτικών, την αρχαία ελληνική δημοκρατία, σε αιώνιο πρότυπο ενός τέτοιου πολιτεύματος – προτίμησε να κάνει λόγο γι’ αυτήν ως «δημιουργική πηγή της ιστορίας», από την οποία μπορούμε να εμπνευστούμε για να βρούμε τον δικό μας δρόμο.

 

 

Απέναντι σε αυτήν τη δυνατότητα, οι περισσότεροι στοχαστές της συγκαιρινής πολιτικής φιλοσοφίας στάθηκαν και συνεχίζουν να στέκουν εχθρικά. Δεν ήταν μόνο το μέγεθος των μικρών πόλεων-κρατών της αρχαιότητας διαφορετικό σε σύγκριση με τα σύγχρονα κράτη, μας λένε. Είναι επίσης, και κυρίως, εντελώς διαφορετική η «πολυπλοκότητα» των νεωτερικών αγοραίων οικονομιών και των αντίστοιχων γραφειοκρατικών μηχανισμών. Αυτή συμβαδίζει άλλωστε με τον απαραμείωτο νεωτερικό πλουραλισμό των ατομικών και συλλογικών ταυτοτήτων, ο οποίος βρίσκεται σε έντονη αντίθεση προς τα παραδεδομένα ήθη των σχετικά ομοιογενών αρχαιοελληνικών πόλεων. Συμπέρασμα: η αρχαία ιδέα της άμεσης δημοκρατίας δεν μπορεί να βρει εφαρμογή σήμερα.

 

 

Εντούτοις, παρά τη σχεδόν ομόφωνη απόρριψη της άμεσης δημοκρατίας ως οργανωτικού προτύπου για τα σύγχρονα κράτη, ο Καστοριάδης συνέχισε να την υπερασπίζεται και να την επικαλείται ενάντια στις ολιγαρχικές τάσεις της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας μέχρι το τέλος της ζωής του. Δεν είναι λοιπόν απορίας άξιο το γεγονός ότι, με τα μέτρα της κυρίαρχης πολιτικής φιλοσοφίας των τελευταίων σαράντα ετών, ο Καστοριάδης εμφανίζεται ως ένας «ανεπίκαιρος» στοχαστής.

 

 

Στην πραγματικότητα, όμως, η πολιτική σκέψη του Καστοριάδη αναπτύχθηκε σε ζωντανή αντιπαράθεση προς τις τρέχουσες πολιτικοφιλοσοφικές θεωρίες. Απέναντι στη συζήτηση που ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του ’70 γύρω από τα ηθικά θεμέλια του σύγχρονου δημοκρατικού κράτους δικαίου, ο Καστοριάδης κράτησε κατ’ αρχάς αποστασιοποιημένη στάση. Η ριζικά ιστορική προοπτική της θεωρίας τού κοινωνικού φαντασιακού τον έκανε να απορρίπτει την ιδέα μιας φιλοσοφικής θεμελίωσης με βάση αφηρημένες έννοιες του ανθρώπινου λόγου. Εμμέσως όμως συμμετείχε στη συζήτηση, τοποθετώντας στη θέση της «θεμελίωσης» την κριτική «διαύγαση» των ιστορικά συγκροτημένων «φαντασιακών σημασιών» μας. Ως τέτοιες αντιλαμβανόταν την ελευθερία, την ισότητα και τη δημοκρατία: αποτελούν ανοικτά ιστορικά προτάγματα που αναλαμβάνουμε κατά το δυνατό συνειδητά, για να τα προωθήσουμε περαιτέρω με κριτικό τρόπο.

 

 

Αν και η αντιπαράθεση του Καστοριάδη με την πολιτική φιλοσοφία της εποχής μας δεν αποτυπώθηκε σε ένα συστηματικό έργο, μπορεί κανείς να την ανασυγκροτήσει από τις σκόρπιες αναφορές του. Απέναντι στον φιλελεύθερο ατομικισμό προβάλλει ένα κλασικό επιχείρημα που χρησιμοποιήθηκε ευρέως στη διαμάχη φιλελευθερισμού-κοινοτισμού της δεκαετίας του ’80: Οι φιλελεύθεροι στηρίζονται στο πλασματικό επινόημα ενός αφηρημένου, αποδεσμευμένου από το κοινωνικό του πλαίσιο, ατόμου, το οποίο βλέπουν στην υποτιθέμενη αντίθεσή του προς την κοινότητα. Γι’ αυτό επικεντρώνουν την προσοχή τους στα «αρνητικά» δικαιώματα προστασίας του από τις παρεμβάσεις του κράτους. Ο Καστοριάδης θεωρεί αυτήν την αρνητική έννοια ελευθερίας αναγκαία στις συνθήκες της νεωτερικότητας αλλά, εξαιτίας του «αμυντικού» της χαρακτήρα, φανερά ανεπαρκή και περιορισμένη.

 

 

Το νεωτερικό πρόταγμα της πραγμάτωσης της ελευθερίας απαιτεί ως εκ τούτου μια ευρύτερη έννοιά της, η οποία περιλαμβάνει τη θετική διάσταση της πολιτικής συμμετοχής των πολιτών στα κοινά. Γιατί χωρίς την ίση συμμετοχή όλων στην εξουσία οδηγούμαστε αναπόδραστα στον δεσποτισμό και την κατάργηση κάθε ελευθερίας. Ετσι, αντίθετα με ό,τι υποστηρίζουν οι φιλελεύθεροι, η αρνητική, ατομική ελευθερία βρίσκεται σε σχέση αμοιβαίας συνεπαγωγής με τη θετική, συλλογική ελευθερία των πολιτών – ένα επιχείρημα που δεν διαφέρει ριζικά από τη «διαδικασιακή» θεμελίωση των δικαιωμάτων που μας πρόσφερε ο Χάμπερμας στη δεκαετία του ’90.

 

 

Βέβαια, απέναντι στην επικέντρωση του Χάμπερμας στις δημοκρατικές «διαδικασίες», ο Καστοριάδης διατηρούσε την ισχυρή αντίρρηση ότι η δημοκρατία θα πρέπει να νοείται ως ένα ολιστικά συγκροτημένο «καθεστώς» που, αν και περιλαμβάνει προφανώς διαδικασίες διαβούλευσης και συλλογικής απόφασης, δεν εξαντλείται σ’ αυτές. Γιατί οι διαδικασίες εξαρτώνται πάντα από την ύπαρξη ενός ζωντανού δημοκρατικού «πνεύματος», βάσει του οποίου διαμορφώνονται τα κριτικά-δημοκρατικά υποκείμενα που θα τις εφαρμόσουν. Χωρίς την αναγωγή ευρύτερων δημοκρατικών αξιών σε περιεχόμενο του κοινού αγαθού της κοινότητας, αυτή δεν μπορεί να λειτουργήσει αληθινά δημοκρατικά, όσο κι αν εξωτερικά τηρεί κάποιες τυπικές διαδικασίες.

 

 

Με αυτόν τον τονισμό της σημασίας των συλλογικών δημοκρατικών ηθών, ο Καστοριάδης πλησιάζει την παράδοση του δημοκρατικού ρεπουμπλικανισμού, όπου η πραγματική συμμετοχή των πολιτών συνδέεται εσωτερικά με το κοινό αγαθό της πολιτικής κοινωνίας. Αλλά και απέναντι σε στοχαστές αυτής της κατεύθυνσης, όπως π.χ. η Χάνα Αρεντ, ο Καστοριάδης ορθώνει τις αντιρρήσεις του: Το αρχαιοπρεπές «αγωνιστικό» μοντέλο της πολιτικής ελευθερίας της Αρεντ στηρίζεται σε έναν λανθασμένο χωρισμό της κοινωνίας από την πολιτική. Χάνονται έτσι από τη ματιά του θεωρητικού τα άπειρα νήματα που συνδέουν την υλοποίηση της πολιτικής ελευθερίας με τις ευρύτερες κοινωνικές της προϋποθέσεις, π.χ. την πολιτική ρύθμιση του κοινωνικού ζητήματος.

 

 

Αν και ο Καστοριάδης συμμερίζεται προφανώς τον θαυμασμό της Αρεντ για την αρχαία ελληνική δημοκρατία, σκέφτεται τη δυνατότητα της σύγχρονης δημοκρατίας με νεωτερικούς όρους, ως τη δυνατότητα ενός πολιτικού και συγχρόνως κοινωνικού ιδεώδους. Συγκροτημένη ολιστικά, η δημοκρατία θα πρέπει να νοηθεί εντέλει ως εκείνη η μορφή ζωής την οποία ο Καστοριάδης συνέδεε με τη δημοκρατική «παιδεία» με τη βαθιά και περιεκτική αρχαιοελληνική έννοια του όρου.

 

 

Σήμερα συνειδητοποιούμε ότι η πολυδιάστατη κρίση των δημοκρατικών θεσμών δεν είναι παρά εκδήλωση της εντεινόμενης μετατροπής τους σε τύπους κενούς περιεχομένου. Εάν το πρόβλημα είναι λοιπόν η έκλειψη του αξιακού περιεχομένου της δημοκρατικής ζωής, τότε οι στοχασμοί του Καστοριάδη, που συνεχίζουν για πολλούς να είναι «ανεπίκαιροι», αποκτούν μια απροσδόκητη επικαιρότητα – δεν είναι τυχαίο ότι προσφάτως το όνομα Καστοριάδης ακούστηκε πολλές φορές στις κατειλημμένες πλατείες. Βέβαια, οι ιδέες του θα χρειαστούν μια ιστορική συγκεκριμενοποίηση, για την οποία ο ίδιος δεν ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα στις δύο τελευταίες δεκαετίες της ζωής του, προτιμώντας να μας αφήσει το μήνυμά του σε ένα μπουκάλι, το οποίο ξεβράζουν τώρα τα κύματα της ιστορίας.

 

*O Kωνσταντίνος Καβουλάκος είναι αναπληρώτης καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης

Πηγή: efsyn.gr

*

ΠΗΓΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗΣ:

ένθετο «ΝΗΣΙΔΕΣ»-Η Εφημερίδα των Συντακτών 17-02-2013

Αφιέρωμα στον Κορνήλιο Καστοριάδη

*

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Αφιέρωμα στον Κορνήλιο Καστοριάδη από την Εφημερίδα των Συντακτών (ένθετο «Νησίδες»)

Σχολιάστε