Το μεροκάματο του τρόμου (1953) του Ανρί-Ζορζ Κλουζό | συγκλονιστικό θρίλερ με πολύ έντονη ατμόσφαιρα και κλιμακωτή εξέλιξη | μία από τις πιο συναρπαστικές περιπέτειες που γυρίστηκαν ποτέ

Le-salaire-de-la-peur_poster

Ένα μεροκάματο επίκαιρο όσο ποτέ

Της ΕΥΑΝΝΑΣ ΒΕΝΑΡΔΟΥ

«Το μεροκάματο του τρόμου». Ο όρος χρησιμοποιείται κατά κόρον στις περιγραφές τραγικών εργατικών ατυχημάτων. Υπ’ αυτήν την έννοια πρόκειται για έναν επιτυχημένο ελληνικό τίτλο της κλασικής σήμερα ταινίας του Ανρί-Ζορζ Κλουζό «Le salaire de la peur» (1953). Μιας συγκλονιστικής ταινίας για τις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας που συχνά υφίστανται οι εργάτες προκειμένου να επιβιώσουν, ενός φιλμ για την απελπισία και τη διαφθορά, που μοιάζει ολοένα και πιο επίκαιρο…  

η ταινία θα προβληθεί με εισήγηση και συζήτηση το Σάββατο 19 Μαρτίου 2016 στον Κινηματογράφο Αλέκα με ελεύθερη είσοδο στο πλαίσιο του αφιερώματος Ραντεβού με τους Μεγάλους Δημιουργούς του Ν.Π.Δ.Δ. Πολιτισμού και Αθλητισμού του Δήμου Ζωγράφου.

to merokamato tou tromou banner

Η ταινία, που βασίζεται σε ένα μυθιστόρημα του Ζορζ Αρνό, διαδραματίζεται στη Λατινική Αμερική: τέσσερις τυχοδιώκτες από την Ευρώπη, χωρίς χαρτιά, χωρίς λεφτά, χωρίς τίποτα, αναλαμβάνουν να μεταφέρουν με δύο φορτηγά, μέσα από δύσβατους χωματόδρομους, μια μεγάλη ποσότητα νιτρογλυκερίνης, για λογαριασμό μιας αμερικανικής εταιρείας πετρελαίου. Μια δουλειά που μόνο απελπισμένοι θα δέχονταν. Ο υπεύθυνος άλλωστε της εταιρείας απέφυγε να αναθέσει σε ντόπιους την επικίνδυνη αυτή αποστολή, για να μην αναγκαστεί να πληρώσει αποζημίωση στις οικογένειές τους σε περίπτωση θανάτου. Η αμοιβή είναι μεγάλη, μεγαλύτερη όμως είναι η πιθανότητα να σκοτωθούν όλοι τους. Κι όμως, οι υποψήφιοι για τη θέση του οδηγού είναι δεκάδες… Στη διαδρομή, 300 μίλια χωματόδρομου, και ενώ σε κάθε τους βήμα παραμονεύει ο κίνδυνος, οι αρχικά φιλικές σχέσεις των τεσσάρων ανδρών θα γίνουν ανταγωνιστικές, και κρυμμένα μυστικά από το παρελθόν τους θα έρθουν στο φως.

Το μαυρόασπρο φιλμ (που το 1953 κατάφερε κάτι σπανιότατο, να αποσπάσει και τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάνες και τη Χρυσή Άρκτο στο Βερολίνο), πριν μετατραπεί σε ένα αγωνιώδες ρόουντ μούβι, σε βάζει στο κλίμα της εποχής: φτώχεια, ανεργία, μιζέρια… Οι Ιβ Μοντάν και Σαρλ Βανέλ συνθέτουν ένα αταίριαστο αλλά εντυπωσιακό δίδυμο, η Βέρα Κλουζό, σύζυγος του σκηνοθέτη, ενσαρκώνει την ερωμένη του Μοντάν, και ο Κλουζό, μάστορας στη δημιουργία εκρηκτικής ατμόσφαιρας (ακόμα και η παραμικρή λακκούβα μπορεί να τινάξει τους ήρωες του στον αέρα), μας μεταφέρει σε μια χώρα της Λατινικής Αμερικής χωρίς όνομα: σ’ ένα χωριουδάκι όπου κυριαρχεί η εξαθλίωση και όλα ελέγχονται από μια αμερικανική πετρελαϊκή εταιρεία. Πεσιμιστική ατμόσφαιρα, μαυρίλα, αίσθηση ασφυξίας. Ο δημιουργός άλλωστε του «Κορακιού» έχει θεωρηθεί από κάποιους μετρ του κυνισμού.

Το φιλμ θεωρήθηκε αντι-αμερικανικό και μέχρι το ’91 παιζόταν κομμένο στις ΗΠΑ. Ας μην ξεχνάμε πως ο Μοντάν ήταν δηλωμένος κομμουνιστής. Η ταινία μάλιστα επρόκειτο να γυριστεί στην Ισπανία, όμως ο ηθοποιός και η σύζυγός του Σιμόν Σινιορέ αρνήθηκαν να δουλέψουν υπό το καθεστώς του Φράνκο. Έτσι τα γυρίσματα έγιναν στη Ν. Γαλλία με πολλά απρόοπτα: ο Κλουζό έσπασε τον αστράγαλό του, η γυναίκα του αρρώστησε, οι συχνές βροχές κατέστρεφαν τα σκηνικά και η ταινία βγήκε εκτός προϋπολογισμού. Το ’77 απέκτησε και ριμέικ διά χειρός του Γουίλιαμ Φρίντκιν (του σκηνοθέτη του «Εξορκιστή») – κατά κοινή ομολογία όμως όχι και τόσο επιτυχημένο.

http://www.enet.gr/

Le-salaire-de-la-peur_poster 01

Le Salaire de la Peur (1953)

Αγγλικός Τίτλος: The Wages of Fear
Ελληνικός Τίτλος: Το Μεροκάματο του Τρόμου
Κατηγορία: Δράμα, Θρίλερ
Σκηνοθεσία: Henri-Georges Clouzot
Σενάριο: Georges Arnaud (Μυθιστόρημα), Henri-Georges Clouzot (Προσαρμογή Σεναρίου)
Πρωταγωνιστούν: Yves Montand, Charles Vanel, Peter van Eyck, Folco Lulli, Véra Clouzot
Μουσική: Georges Auric
Φωτογραφία: Armand Thirard
Μοντάζ: Madeleine Gug, E. Muse, Henri Rust
Χώρα Παραγωγής: Γαλλία
Χρώμα: Ασπρόμαυρη
Διάρκεια: 148 min

Το σενάριο της ταινίας βασίζεται σε ένα μυθιστόρημα του Georges Arnaud που εκδόθηκε το 1950.

Βρισκόμαστε στο Las Piedras, μια πόλη της Νοτίου Αμερικής που βρίσκεται στο κέντρο μιας ερήμου. Στην πόλη εδρεύει η Αμερικανική εταιρία SOC η οποία εκμεταλλεύεται τα κοιτάσματα πετρελαίου που υπάρχουν στην έρημο. Εκεί εργάζονται οι περισσότεροι κάτοικοι της πόλης κάτω από πολύ αντίξοες συνθήκες.
Η μόνη επαφή που διατηρεί η πόλη με τον υπόλοιπο κόσμο είναι μέσω ενός μικρού αεροδρόμιου, στο οποίο καθημερινά καταφτάνουν άτομα απ’ όλα τα μέρη του κόσμου, που στο άκουσμα της λέξης «πετρέλαιο» μην έχοντας άλλη επιλογή, ελπίζουν για ένα καλύτερο αύριο. Αντ` αυτού όμως βρίσκουν έλλειψη εργασίας, απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης και μια κατάσταση επίγειας κόλασης, καθώς επικρατεί αφόρητη ζέστη.
Όταν θα ξεσπάσει μια τεράστια πυρκαγιά σε μια πετρελαιοπηγή, οι υπεύθυνοι της εταιρίας κρίνουν ότι ο μόνος τρόπος για να την σβήσουν είναι να δημιουργήσουν γύρω της μεγάλες εκρήξεις. Για να γίνει όμως αυτό χρειάζονται μεγάλες ποσότητες νιτρογλυκερίνης. Λόγω όμως της κακής κατάστασης των δρόμων και τον εξαιρετικά ευμετάβλητο χαρακτήρα της νιτρογλυκερίνης, η εργασία θεωρείται πολύ επικίνδυνη κι έτσι κανένας από τους εργαζόμενους της SOC δεν δέχεται να κάνει την μεταφορά.
Η εταιρία αναγκάζεται να ψάξει για εθελοντές, δίνοντας για αμοιβή το άκρως δελεαστικό ποσό των 2.000 δολαρίων στον καθένα.
Δύο Γάλλοι, ο Μάριο και ο Τζό, ο Ολλανδός Μπίμπα και ο Ιταλός Λουίτζι, τέσσερεις απελπισμένοι άντρες που είναι εγκλωβισμένοι και άπρακτοι για μήνες στην μικρή πόλη, βλέπουν μπροστά τους την ευκαιρία της ζωής τους. Έτσι δέχονται να αναλάβουν αυτή την πολύ επικίνδυνη εργασία, μέσα σ’ ένα κλίμα έντονου ανταγωνισμού…

Πρόκειται για ένα συγκλονιστικό θρίλερ με πολύ έντονη ατμόσφαιρα και κλιμακωτή εξέλιξη.
Το σενάριο είναι καταπληκτικό και ο Clouzot σκηνοθετώντας εξαιρετικά και με πολύ ρεαλισμό τους ήρωές του, βγάζει στην επιφάνεια όλα τα πάθη, τις αδυναμίες και την κακία που κρύβουν μέσα τους.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ταινία χωρίζεται σε δύο μέρη: στο πρώτο κομμάτι που είναι τα πρώτα 50 λεπτά, ασκείται έντονη κοινωνική κριτική, παρουσιάζοντας μια μικροκοινωνία που ζει μέσα στη φτώχεια και τη μιζέρια, καθοδηγούμενη από μια κερδοσκοπική εταιρία που εκμεταλλεύεται με τον χειρότερο τρόπο αυτούς που έχουν ανάγκη για εργασία. Τα υπόλοιπα λεπτά της ταινίας είναι γεμάτα με έντονο δράμα, καταιγιστική δράση και καθηλωτικό σασπένς και απλά μένουν αξέχαστα στο θεατή!!
Οι Yves Montand και Charles Vanel υπέροχοι στους ρόλους τους, συνθέτουν ένα αταίριαστο, μα αξέχαστο δίδυμο.

Όταν κυκλοφόρησε το 1953, απέσπασε εξαιρετικές κριτικές, κέρδισε το Χρυσό Φοίνικα στις Κάνες, τη Χρυσή Άρκτο στο Βερολίνο και βραβείο BAFTA Καλύτερης ξένης ταινίας.
Στην πρώτη της προβολή της στις γαλλικές κινηματογραφικές αίθουσες, έκοψε 6.944.306 εισιτήρια. Ήταν η ταινία που έκανε τον Henri-Georges Clouzot γνωστό και τον καθιέρωσε σαν έναν από τους κορυφαίους σκηνοθέτες παγκοσμίως.
Λόγω της αρνητικής απεικόνισης της Αμερικανικής εταιρείας πετρελαιοειδών SOC, η ταινία είχε κατηγορηθεί για αντι-αμερικανισμό και κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ με κομμένες κάποιες σκηνές διάρκειας 17 λεπτών .
Το 1977 κυκλοφόρησε ριμέικ της ταινίας, σε σκηνοθεσία William Friedkin, με πρωταγωνιστή τον Roy Scheider, χωρίς όμως τα ίδια εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Το 2010 κατετάγη στο Νο9, στην λίστα με τις 100 καλύτερες ταινίες του παγκόσμιου κινηματογράφου του «Empire magazine».

http://thegreatestmoviesever.blogspot.com/

Le-salaire-de-la-peur_poster 03

Το μεροκάματο του τρόμου (1953) του Ανρί-Ζορζ Κλουζό

Πρόκειται για μία από τις πιο συναρπαστικές περιπέτειες που γυρίστηκαν ποτέ, η οποία περιγράφει την αγωνία, την ένταση, ολόκληρη την περιπέτεια που ζει μια ομάδα ανδρών που μεταφέρουν ένα φορτίο νιτρογλυκερίνης μέσα από τη ζούγκλα της Κεντρικής Αμερικής, για λογαριασμό Αμερικανικής εταιρίας πετρελαίου, προκειμένου να κερδίσουν το πλουσιοπάροχο μεροκάματό τους. Το μεροκάματο του τρόμου…(H άλλη όψη της Αμερικάνικης ιστορίας).

Και οι τέσσερις που θα αναλάβουν τη δουλειά είναι Ευρωπαίοι. Ο υπεύθυνος της εταιρείας απέφυγε να αναθέσει σε ντόπιους την επικίνδυνη αυτή αποστολή, για να μην αναγκαστεί να πληρώσει αποζημίωση στις οικογένειές τους σε περίπτωση θανάσιμου δυστυχήματος!
Ο Ανρί-Ζορζ Κλουζό οπωσδήποτε συγκαταλέγεται ανάμεσα στους μεγάλους του Γαλλικού σινεμά και στους δασκάλους του κινηματογράφου. Και εδώ αποδεικνύει περίτρανα το γιατί είναι σπουδαίος κινηματογραφιστής.

Απ’ την αρχή της ταινίας, ο Κλουζό καταπιάνεται με τους ήρωές του και καταγράφει τις καταστάσεις που βιώνουν οι χαρακτήρες του. Από νωρίς θα μας βαλει στο δρόμο που θα ακολουθήσουν και ο οποίος με φρίκη θα ξεδιπλωθεί μπροστά στα μάτια μας. Ο Γάλλος σκηνοθέτης είναι ειλικρινής εξαρχής απέναντι στον θεατή. Δίχως να δείχνει την παραμικρή συμπάθεια προς τους χαρακτήρες του, τους ξεγυμνώνει μπροστά μας, βγάζοντας επί της οθόνης όλη την μικρότητά τους, την αθλιότητα, τη μιζέρια και τη δειλία που τους κατατρώνε ενώ μας προαναγγέλει ακόμη και τον θάνατό τους!

Πριν κιόλας οι τέσσερις πρωταγωνιστές αναλάβουν

τη δουλειά της μεταφοράς με τα φορτηγά του φορτίου νιτρογλυκερίνης, ο εργοδότης είναι ξεκάθαρος: «Και τα δύο φορτηγά να μην φτάσουν μέχρι το τέλος, έστω το ένα να τα καταφέρει θα είναι σημαντικό». Αναγγέλει λοιπόν ο Κλουζό τον θάνατο και η αγωνία κατακλύζει τον θεατή που περιμένει από πού θα έρθει… το μοιραίο!
Η ένταση της δραματουργίας κλιμακώνεται σταδιακά σε βαθμό που φτάνει να μας καθηλώσει.

Πολύ δύσκολη και απάνθρωπη αποστολή που μόνο κάποιος «τρελός» θα αναλάμβανε. Αλλά για αυτό τον λόγο άλλωστε τα χρήματα που προσφέρονται είναι πάρα πολλά και αποτελούν το διαβατήριο για τους ήρωές μας προκειμένου να ξεφύγουν απ’ την κόλαση του Μεξικό και να επιστρέψουν στις πατρίδες τους. Εύφλεκτο λοιπόν το υλικό που κουβαλούν στο φορτηγό, εύφλεκτες και οι σχέσεις μεταξύ των ανδρών. Οι συγκρούσεις μεταξύ τους είναι πάρα πολλές και αναπόφευκτες, απόρροια της έντασης που επικρατεί, της έλλειψης καθαρού μυαλού, αλλά ο στόχος είναι κοινός και για να επιτευχθεί, απαραίτητη είναι η συνεργασία μεταξύ τους. Αυτό το ξέρουν πολύ καλά και συμβιβάζονται κάθε φορά που μια νέα σύγκρουση έρχεται στο προσκήνιο να διαταράξει τις σχέσεις τους.
Αυτό το ψυχογράφημα των σχέσεων σκηνοθετεί με αγωνιώδη και μοναδικό τρόπο ο Κλουζό.

Για να οδηγηθούμε σε ένα φινάλε μαγικό. Απ’ τα λίγα. Λυρικό, ειρωνικό, υπέροχο.

Η ταινία χωρίζεται σε δυο μέρη . Το πρώτο μέρος , παρακολουθούμε για περίπου 45′ την έξοχη αναπαράσταση της εποχής. Την φτώχεια, την πείνα, την ανεργία και την εξαθλίωση στο τότε Μεξικό αλλά και γενικότερα στην Κεντρική και Νότια Αμερική. κυρίως την ανάπτυξη των χαρακτήρων, την περιγραφή του χωριού-κόλαση, τη παρεμβατικότητα της πετρελαϊκής εταιρείας η οποία ουσιαστικά ελέγχει το χωριό (η ταινία θεωρήθηκε αντι-αμερικάνικη και μέχρι το ’91 παιζόταν κομμένη κατά 40κάτι λεπτά στις ΗΠΑ), της αποδόμησης του τυχοδιωκτισμού, της απελπισίας, των άθλιων συνθηκών εργασίας, τη -σχεδόν μισογυνικά φτιαγμένη- σχέση του Mario με τη Linda (στο ρόλο η Vera Clouzot, γυναίκα του σκηνοθέτη). Και τελικά το πρώτο μέρος είναι η ιστορία του χαμένου παραδείσου – γιατί κάτι τέτοιο περίμεναν να βρουν κατεβαίνοντας απ’το αεροπλάνο οι πρωταγωνιστές της ιστορίας.

Το 2ο μέρος είναι η κάθοδος. Ανάμεσα στις αμέτρητες σκηνές ανθολογίας που φτιάχνει μαεστρικά ο Κλουζό , έχουμε την απόλυτη μεταστροφή του

Jo (τρομερή ερμηνεία ο Charles Vanel) και κάμποσα στοιχεία υπαρξιακού δράματος ( “what was beyond the fence? –nothing”).

Ο Κλουζό φτιάχνει αγωνία ελλειπτικά. Υπάρχει η μόνιμη απειλή της νιτρογλυκερίνης. Ακόμα και μια μικρή λακούβα στο δρόμο φτάνει για τους εξαϋλώσει. Με τη βοήθεια κυρίως του μοντάζ και δίνοντας σημασία σε δεκάδες (συνήθως) ασήμαντα πραγματάκια, δημιουργεί κολασμένη ατμόσφαιρα (υποβοηθάει σ’αυτή την αίσθηση και η αποπνικτική ζέστη που επικρατεί στην περιοχή).

Αυτό είναι το μεροκάματο του τρόμου, ένα θεϊκό μίγμα αγωνίας, αδρεναλίνης, τεστοστερόνης, νιτρογλυκερίνης, κοινωνικού και πολιτικού σχολιασμού, αποδόμησης και μαυρίλας. Είναι ο ορισμός της δραματικής περιπέτειας. Ίσως δεν απευθύνεται σε πολλούς σήμερα, το είδος έχει αλλάξει και οι θεατές το ίδιο. Όποιος όμως καταφέρει να εγκλιματιστεί, θα βρεθεί μπροστά σε ένα αριστούργημα της 7ης τέχνης.

Βραβευμένη με ΒΑFTA, χρυσό φοίνικα στις Κάννες, χρυσή αρκούδα στο φεστιβάλ του Βερολίνου μεταξύ πολλών άλλων διακρίσεων, το Le Salaire de la Peur αποτελεί μία απ’ τις μεγαλύτερες στιγμές στην ιστορία του κινηματογράφου.

http://antipera-oxthi-culture.blogspot.gr/

Le-salaire-de-la-peur 05

Σκοτεινές διαδρομές
(σχόλιο για την ταινία Le Salaire de la peur)

Κλασική ταινία της χρυσής εποχής του ευρωπαϊκού σινεμά – τότε που παρήγαγε ταινίες δημιουργών, αλλά και ταινίες που υπηρετούσαν με συνέπεια τα κινηματογραφικά είδη -, Το Μεροκάματο του τρόμου/ Le Salaire de la peur, στέκεται μετέωρο: αποτελεί σπάνιο πλέον δείγμα ενός κινηματογράφου που κατόρθωνε να συνδυάζει τα τυπικά στοιχεία ενός είδους (περιπέτεια) με τις έμμονες ιδέες του σκηνοθέτη -μια σκοτεινή αρνητική εκδοχή του κόσμου και ένας βαθύς πεσιμισμός για την ανθρώπινη φύση. Οι επιρροές του Αλφρέντ Χιτσκόκ στο τρόπο που η φόρμα της περιπέτειας εμπλουτίζεται με στοιχεία μιας προσωπικής αντίληψης για τον κόσμο και τον άνθρωπο, είναι παραπάνω από εμφανείς στην ταινία του Γάλλου Henri-Georges Clouzot (Ανρύ-Ζορζ Κλουζό).
Χωρίζοντας την ταινία σε δύο άνισα μέρη -τόσο από πλευράς φιλμικού χρόνου, όσο και αφηγηματικού ρυθμού-, η σκηνοθεσία τα χρησιμοποιεί με διαφορετικούς στόχους. Στο πρώτο τμήμα, που διαδραματίζεται σε μια απομονωμένη επαρχιακή πόλη, δίνει την ευκαιρία για μια τοιχογραφία των προσώπων -μια πολυεθνική ομάδα τυχοδιωκτών- που είναι εγκλωβισμένα στον χώρο. Παράλληλα, η σκηνοθεσία, κατευθύνει την προσοχή του θεατή πάνω στο βασικό δίπολο των χαρακτήρων -τον αδύνατο και υποτακτικό Μάριο και τον “εξουσιαστή” Τζό-, απομονώνοντας τους από το πλήθος. Η αφηγηματική χαλαρότητα, που επικρατεί στο πρώτο μέρος, βρίσκεται σε συμφωνία με την απραξία και την αδράνεια που βιώνουν οι ήρωες. Η απουσία του έρωτα -τυπικού στοιχείου σε κάθε περιπέτεια, όπου ο ήρωας θα πρέπει να υπερβεί τα εμπόδια για να κατακτήσει την γυναίκα-, τα υπονοούμενα για ομοφυλοφιλία, η απόρριψη και η περιφρόνηση της γυναικείας παρουσίας, περιγράφουν το χώρο: Ένας κλειστός ανδρικός κόσμος είναι ο τόπος της μικρής πόλης, μια ανδρική φυλακή από την οποία δεν υπάρχει απόδραση (1). Κεντρικά στοιχεία σ’ αυτό το τμήμα της ταινίας οι δεσμοί ανάμεσα στους άνδρες, η ανδρική φιλία και οι διάφορες εκδοχές της ανδρικής ταυτότητας.
Την εικόνα της απραξίας και αδράνειας θα αντιστρέψει ο σκηνοθέτης στο δεύτερο μέρος: είναι η ευκαιρία για απόδραση από τη “φυλακή”, που προσφέρει η πρόταση του διευθυντή της εταιρίας για μεταφορά δύο φορτηγών με νιτρογλυκερίνη. Το πέρασμα από την αφηγηματική χαλαρότητα στους έντονους ρυθμούς της περιπέτειας, προκαλείται από δύο στοιχεία: τη συνεχή κίνηση των φορτηγών (και τα εμπόδια της διαδρομής) και την εκκρεμότητα -είναι η επερχόμενη έκρηξη, μια απειλή που επικρέμαται πάνω από τους ήρωες, που λειτουργεί ενισχυτικά στις εντάσεις του ταξιδιού. Ο χώρος, αλλά και η ιδιομορφία του φορτίου προσφέρει μια σειρά από εμπόδια που παρεμβάλλονται στην διαδρομή των δύο φορτηγών: ένας δρόμος που πρέπει να διανυθεί από τα φορτηγά με σταθερή ταχύτητα, τα δυο φορτηγά που δεν πρέπει να πλησιάσουν, μια ετοιμόρροπη γέφυρα, ένας βράχος που κλείνει τον δρόμο. Η υπερπήδηση των εμποδίων – στοιχείο που αποτελεί το θεμέλιο λίθο σε κάθε περιπέτειας- δημιουργεί τις υψηλές εντάσεις (αφηγηματικές και όχι μόνο) ανάμεσα στα πρόσωπα.
Από την ακινησία στη συνεχή κίνηση και από την αφηγηματική χαλαρότητα στην ένταση, η κίνηση της σκηνοθεσίας είναι καθοριστική: οι αλλαγές πάνω στην κινηματογραφική φόρμα έχουν επιπτώσεις και στα πρόσωπα του μύθου, την persona τους. Είναι λοιπόν οι αλλαγές στο περιβάλλον της ταινίας -χώρος και αφηγηματικός ρυθμός- που αποκαλύπτουν τελικά τη βαθύτερη ουσία των προσώπων, που τα οδηγούν στη διάλυση των μεταξύ τους δεσμών και σχέσεων, που προκαλούν την ένταση ανάμεσα στα πρόσωπα. Τις αντιδράσεις τους απέναντι στους κινδύνους της διαδρομής, ο σκηνοθέτης τις εκθέτει με μία σχεδόν σαδιστική ευχαρίστηση: είναι η εικόνα του “κυρίαρχου” Τζό που καταρρέει και η ταπεινωτική συμπεριφορά του Μάριο απέναντι του (μία ακόμη αντιστροφή ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο μέρος). Γίνεται η διαδικασία μεταφοράς της νιτρογλυκερίνης μια λύδια λίθος, μια δοκιμασία για την αυθεντικότητα και την αλήθεια των προσώπων. Κεντρικά σημεία της διαδρομής είναι ο φόβος του επερχόμενου θανάτου, οι αλλαγές που επέρχονται στην ανδρική εικόνα -όταν ο κίνδυνος είναι εμφανής-, η ουσία (ή απουσία) της ανδρικής ταυτότητας, οι έννοιες του θάρρους και της δειλίας.
Μέσα από αυτήν τη σύγκρουση των δύο σχετικά αυτόνομων μερών της ταινίας, εκφράζεται το αδιέξοδο του ανδρικού κόσμου, η κατάρρευση της ανθρώπινης φύσης μπροστά στον επερχόμενο θάνατο, το ανέφικτο της ευτυχίας. Αποτελεί, Το Μεροκάματο του Τρόμου, μια ταινία η οποία μεταδίδει ένα κλίμα ζοφερό, απαισιόδοξο και σκοτεινό στον θεατή, μια αίσθηση αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Αποτελεί η ταινία, μια απαισιόδοξη και κυνική εκδοχή της αιώνιας πάλης του Άνδρα με τη Μοίρα και το Πεπρωμένο του.

Δημήτρης Μπάμπας

(1) Το πρώτο πλάνο της ταινίας είναι μια μεταφορά που ο θεατής αντιλαμβάνεται μόνο όταν αυτή ολοκληρωθεί: παγιδευμένα από ένα παιδί, τέσσερα έντομα προσπαθούν μάταια να ξεφύγουν. Μια ανάλογη σκηνή υπάρχει και στην Αγρια Συμμορία Wild Bunch του Sam Peckinpah (μια παρέα παιδιών έχει παγιδεύσει ένα σκορπιό), ένδειξη των δεσμών συγγένειας ανάμεσα στα δύο φιλμ…

Le Salaire de la peur (The Wages of Fear, Το Μεροκάματο του Τρόμου)
Ηθοποιοί: Yves Montand (Μάριο), Charles Vanel (Τζο), Vera Clouzot (Λίντα), Folco Lulli (Λουίτζι), Peter Van Eyck (Μπίμπα), William Tubbs (Μπιλ Ο’Μπράιαν), Dario Moreno (Χερνάντεζ), Jo Dest (Σμερλόφ)
Σκηνοθεσία: Henri-Georges Clouzot
Σενάριο: Henri-Georges Clouzot, Jerome Geronimi, βασισμένο στο μυθιστόρημα του Georges Arnaud
Φωτογραφία: Armand Thirard
Μοντάζ: Henri Rust, Madeleine Gug, Etiennette Muse
Μουσική: Georges Auric
Διάρκεια: 156 (140 ή 105) λεπτά.
Ιταλία -Γαλλία (1952), Ασπρόμαυρη, Περιπέτεια.
Αποκλεισμένοι σε μια Γαλλική αποικία της Νότιου Αμερικής, δύο τυχοδιώκτες -ο Μάριο και ο Τζο- αντιμετωπίζουν μια πρόκληση: για να αποκτήσουν τα χρήματα του εισιτηρίου επιστροφής τους στην πατρίδα, πρέπει να οδηγήσουν ένα φορτηγό με νιτρογλυκερίνη (ένα εκρηκτικό ευαίσθητο στην μεταφορά) για λογαριασμό μιας εταιρείας πετρελαίου. Η διαδρομή όμως και το ταξίδι κάθε άλλο από εύκολη είναι, καθώς το φορτίο κινδυνεύει να εκραγεί στους δύσβατους και επικίνδυνους δρόμους…
Ριμέικ της ταινίας είναι το Sorcerer (1977) του William Friedkin, με τον Roy Scheider.

http://www.cinephilia.gr/

Le-salaire-de-la-peur_poster 02

Δευτέρα, 28 Μαΐου 2012
ΤΟ ΜΕΡΟΚΑΜΑΤΟ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ (Henri-Georges Clouzot, The wages of fear ή Le salaire de la peur – 1953)

Το μεροκάματο του τρόμου. Τρόμου για την ίδια τη ζωή, στο επόμενο λεπτό, την επόμενη στιγμή ίσως. Τρόμος για ένα μεροκάματο μόλις, ένα μεροκάματο όμως που σημαίνει πολλά, κλειδί σε μια πόρτα κλειστή, εισιτήριο για ένα ταξίδι, ταξίδι επιστροφής στην πατρίδα, φυγής από έναν τόπο που μοιάζει φυλακή, που είναι κόλαση. Μια χούφτα άντρες, ρεμάλια κι αλήτες, ξένοι σε ξένη χώρα, δίχως σπίτι, δίχως προοπτική, άνεργοι και μπατίρηδες, μια γκαζόζα στα τέσσερα, μια ελπίδα στα τέσσερα, άχθος αρούρης, που λένε, σε χώρα της Λατινικής Αμερικής, εκείνης της παλιάς, δεκαετία του ’50, λάσπες κι απόνερα, κι αρρώστιες κάθε είδους, και έντομα πολλά, καταραμένη φτώχεια για όλους, και δίπλα ακριβώς οι αμερικανικές πετρελαιοπηγές, Southern Oil Company, SOC, σκέτο σοκ δηλαδή, εργατικά ατυχήματα, θυμός και γκρίνια, αλλά τέλμα, δυστυχώς. Πού μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος για να ξεφύγει απ’ την κόλαση, που η τύχη, αδιάφορο ποια ακριβώς, τον έριξε τόσο σκληρά; Τί μπορεί να κάνει; Πόσο μπορεί να ρισκάρει ο απελπισμένος για να υπηρετήσει το όνειρο της φυγής; Δεν υπάρχουν όρια! Η πετρελαϊκή εταιρεία θέλει 4 άντρες να μεταφέρουν με δυο φορτηγά ένα τεράστιο φορτίο νιτρογλυκερίνης, σε μια απόσταση πάνω από 300 χιλιόμετρα, σ’ έναν όμως κακοτράχαλο δρόμο, γεμάτο λακκούβες και κάθε είδους παγίδες. Ένα λάθος, ένας απλός κραδασμός του φορτηγού μπορεί, φυσικά, να φέρει την καταστροφή, να εκτινάξει το φορτίο μαζί με το πλήρωμα του φορτηγού. Κι όμως, πολλοί θέλουν ν’ αναλάβουν την αποστολή, να πάρουν το μεροκάματο, κι ας είναι του τρόμου, να αρπάξουν απ’ τα μαλλιά την ευκαιρία, 2.000 δολάρια, το εισιτήριο εξόδου απ’ την κόλαση, γι’ αυτό και ένας που δεν πήρε τη θέση άφησε ένα γράμμα στη μάνα του και κρεμάστηκε. Τη θέση στον ήλιο την κερδίζουν ο Μάριο (Yves Montand), ο Τζο (Charles Vanel), ο Λουίτζι (Folco Lulli) κι ο ξανθός ο Μπίμπα (Peter van Eyk). Όσοι έκαναν αυτή τη δουλειά δεν γύρισαν πίσω, όμως τα χρήματα είναι πολλά κι η καθημερινότητα ανυπόφορη. Μην πας, Μάριο, θα σκοτωθείς, ουρλιάζει η Λίντια (Vera Clouzot) που τον αγαπάει. Σκαρφαλώνει στο παράθυρο του φορτηγού και ξεσπάει σε λυγμούς: «αγάπη μου, τι έκανες; Θα έκανα τα πάντα για σένα, θα σκότωνα, θα λήστευα… Σε μισώ». Κι ο Μάριο, ανοίγει την πόρτα και την πετάει στο έδαφος, κι είναι σαν να πετάει στο έδαφος την παλιά του ζωή, σα να γαντζώνεται απερίσπαστος στην ελπίδα…

Το ταξίδι των τεσσάρων ξεκινάει, ο Μάριο με τον Τζο, ο Λουίτζι με τον Μπίμπα, ταξίδι κυριολεκτικά φοβερό και τρομερό, και συνάμα αποκαλυπτικό του χαρακτήρα όλων, της δειλίας ή της ανδρείας, της ευαισθησίας ή της σκληρότητας, της συντροφικότητάς όλων. Πολλά τα εμπόδια, αγωνία συνεχής, το λάθος κι ο κίνδυνος καραδοκούν, όλα τα φοβούνται, όλα τα ξεπερνούν, κι ας φτάνουν στα όριά τους, κι ας μην ξέρουν τι τους περιμένει παρακάτω. Ένας βράχος στο δρόμο, τον ανατινάζει ο επιδέξιος Μπίμπα, όλα πήγαν καλά, μπροστά ο Λουίτζι με τον Μπίμπα, ξεθάρρεψε μέχρι κι ο Τζο, ώσπου… μια έκρηξη, τόσο απλά, μια έκρηξη μπροστά τους, πάνε ο Λουίτζι κι ο Μπίμπα, πάνε…

Μια λίμνη από λάσπη, απροσπέλαστη, δύσκολη, ο Τζο μπροστά πεζός, ο Μάριο στο τιμόνι, δεν πρέπει να σταματήσει, αλλιώς κόλλησαν, χάθηκαν, κι όμως ο Τζο κολλάει, το φορτηγό του πατάει το πόδι, τι άλλο να ’κανε ο Μάριο, κατορθώνει και ξεκολλάει το φορτηγό, μαζεύει τον Τζο, τον παίρνει μαζί, μ’ αυτός ξεψυχάει μες στο φορτηγό, στην αγκαλιά του.

Ο Μάριο, μόνος απ’ τους τέσσερεις, φέρνει σε πέρας την αποστολή, «μοιάζει σαν νεκρός», λένε, αλλά συνέρχεται και του δίνουν 4.000 δολλάρια, έτσι είναι το σωστό και το δίκαιο. Τώρα γυρίζει μόνος, κι η Λίντια που έχει μάθει τα νέα χορεύει χαρούμενη, κι αυτός με το φορτηγό χορεύουν, ζιγκ-ζαγκ, κάτι σαν βαλς, σαν ταγκό ίσως, δεν έχει σημασία, επιστρέφει, κέρδισε, κέρδισε, χορεύει, Θεέ μου, μια στροφή, δεν προσέχει, Θεέ μου, το φορτηγό πέφτει στο γκρεμό, καταστρέφεται… τέλος!

Το μεροκάματο του τρόμου (The wages of fear ή Le salaire de la peur – 1953) του Γάλλου σκηνοθέτη Ανρί Ζορζ Κλουζό (Henri-Georges Clouzot, 1907-1977), λοιπόν, λίγο πριν τις Διαβολογυναίκες, λίγο μετά το Μανόν, ωδή στη ματαιότητα, σπουδή στην απελπισία, κάτι μεταξύ νεορεαλισμού και γερμανικού εξπρεσιονισμού, στις παρυφές του νουάρ, ίσως, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Είναι η ταινία που μου ’ρχεται στο μυαλό κάθε φορά που περπατώ στους δρόμους της Αθήνας και βλέπω, όλο και πιο συχνά πια, τους απελπισμένους άστεγους και πεινασμένους, τους νέο-άθλιους των Αθηνών, αυτούς που ούτε κι οι ίδιοι δεν ξέρουν πια μπορούν να φτάσουν, τι μπορεί να κάνουν, όπως οι τέσσερεις ήρωες της ταινίας, ακριβώς…

Αθήνα, 28 Μαΐου 2012
Φώτης Μπατσίλας

http://skorpiesidees.blogspot.gr/

Le-salaire-de-la-peur 01

Πλήρως αποκατεστημένο, το αριστούργημα του Κλουζό είναι μια γερή γροθιά στο στομάχι του θεατή, όπως το είχε περιγράψει ο ηθοποιός Έντουαρντ Τζ. Ρόμπινσον, μέλος της κριτικής επιτροπής στις Κάννες τη χρονιά που βραβεύτηκε η ταινία. Ο Γάλλος σκηνοθέτης εισάγει τον θεατή σε έναν κόσμο εξαθλίωσης, μιζέριας και τριτοκοσμικής φτώχειας. Σε μια κωμόπολη της Νότιας Αμερικής, που έχει μαζέψει λογής ξένους τυχοδιώκτες, η ζωή παραπαίει ανάμεσα στην αμορφωσιά και το γλοιώδες υποτακτικό των ντόπιων της, τον ωχαδερφισμό και την πονηριά των ξένων μεταναστών της αρπαχτής και την επεκτατική, καπιταλιστική στάση σάρωσης των πάντων της αμερικανικής εταιρείας πετρελαίου που καταστρέφει τα εδάφη της. Σ’ αυτό το φόντο τέσσερις άνδρες αναλαμβάνουν να μεταφέρουν δυο καμιόνια φορτωμένα με μεγάλο και εξαιρετικά επικίνδυνο φορτίο νιτρογλυκερίνης έναντι αδρής αμοιβής. Αρκεί τα φορτηγά με το εκρηκτικό και ευαίσθητο σε κραδασμούς υλικό να υπερβούν τα εμπόδια (πράγμα μάλλον απίθανο) και να φτάσουν στον προορισμό τους. Ο Κλουζό μετατρέπει την αγωνιώδη πορεία των τεσσάρων σε συγκλονιστική αλληγορία της ανθρώπινης κατάστασης, του θνητού μας πεπρωμένου, της αποτυχίας να νικήσουμε οτιδήποτε μας κάνει να μοιάζουμε με τίποτα περισσότερο από μικροσκοπικά έντομα έτοιμα ανά πάσα στιγμή να συντριβούν κάτω από το δυσβάσταχτο βάρος του σύμπαντος. Με την εξαιρετική ερμηνεία του Ιβ Μοντάν. Η ταινία έχει κατακτήσει και Χρυσό Φοίνικα (ή Grand Prix τότε) και Χρυσή Αρκούδα στη Μπερλινάλε και βραβείο BAFTA καλύτερης ξένης ταινίας.

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.